Πρόσω ολοταχώς!    Δημοψήφισμα 2015

Θύμησες τύλιξαν σαν ανεμοστρόβιλος το νου  εμψυχώνοντας το είναι μας, διαλύοντας τους φόβους…. Ολοζώντανοι οι νεκροί στο πλάϊ μας, ο αγώνας τους τώρα έγινε δικός μας και το παράδειγμα τους πυξίδα στη πορεία του καθενός μας προς το φως της δικαιοσύνης!

Αυτό το ΟΧΙ τ’ όφειλα στον καπετάν-Γιάννη εγώ η εγγονή του.

 

Ιούνιος 2015, η ανακοίνωση του Δημοψηφίσματος μας βρήκε στην Τήνο! Το φουγάρο της ΕΛΛΗΣ στο λιμενοβραχίονα με την ελληνική σημαία να κυματίζει περίφανη, η Παναγιά στο τέλος της ανηφοριάς, τ’ απομεινάρια της ιταλικής τορπίλης που έμειναν να θυμίζουν μία από τις πολλές αδικίες… και πέρα μια απλωσιά το παιχνίδισμα των ηλιαχτίδων πάνω στη θάλασσα….

Ποτέ δεν ένοιωσα τόσο ζωντανές παρουσίες από το επέκεινα, να μην ξεχωρίζεις ποιοι είναι οι ζωντανοί και ποίοι οι πεθαμένοι. Ποιος είπε ότι ο Γιαννούλης Χαλεπάς δεν είναι πια εκεί…. ότι  ο καπετάν-Γιάννης δεν κάνει ακόμα πρόσω ολοταχώς! 

Ούτε κατάλαβα πότε και πως εικόνες και αισθήσεις ένωσαν παρελθόν και μέλλον στο παρόν, σιωπηλά έμεινα  ν’ ακούω και να παρατηρώ το χρόνο να ρέει από διαφορετικές πηγές στην ίδια πάλι αφετηρία.

 Αν και ξέρουν δεν μπορούν να πιστέψουν αυτή τη δύναμη της ψυχής διότι δεν τη νοιώθουν, μου είπε η μητέρα μου λίγες μέρες πριν πάω στην Τήνο,  απ’  όταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα πότε δεν ξαναμίλησε γερμανικά η μονάκριβη λατρευτή θυγατέρα του καπετάν Γιάννη Τόγια.

 

Η οικογένεια του καπετάνιου συνδέεται με την ναυτική παράδοση της Ελλάδας. Η απελευθέρωση του 1821 βρήκε τον παππού του  Γεώργιο Τόγια, με μερικά από τα 350 ιστιοφόρα που καταμετρήθηκαν όταν έφτασε ο Κυβερνήτης.

 Ο πατέρας του Κωνσταντίνος (1853–1938) ονομάζει το πρώτο του ιστιοφόρο «Αγία Πελαγία». Πιστός στην παράδοση της οικογένειας ο καπετάν Κωνσταντίνος όταν αγόραζε ένα πλοίο το έφερνε πρώτα στην Παναγιά της Τήνου, τότε που η εικόνα βγαίνει από την εκκλησιά της Κοιμήσεως κι έκανε αγιασμό στο πλοίο, ύστερα πάλι στην εκκλησία της Αγίας Πελαγίας της Καρύστου.

 

Ο καπετάν Γιάννης αφού πρώτα πέρασε απ’  όλα τα στάδια στα πλοία του πατέρα του, έγινε καπετάνιος και το 1933 ίδρυσε την «Ακτοπλοΐα Ιωάννη Τόγια» με πρώτα πλοία το ΕΛΣΗ, στη γραμμή Σκύρο-Τήνο-Μύκονο-Καρλόβασι-Βαθύ και το ΣΟΦΙΑ.

Ήταν ο άνθρωπος που δεν ήξερε τι θα πει φουρτούνα, θυμάται ο αρχιλογιστής Γιάννης Ζήσιμος, τιθάσευε το καράβι στον καιρό και τραβούσε πρόσω ολοταχώς ώστε να φτάνει πάντα στον προορισμό του εγκαίρως είχε δεν είχε επιβάτες, με όλους τους καιρούς, είχε όμως τα καλύτερα σκαριά, γερά και καλοσυντηρημένα. 

Έτσι το Δεκαπενταύγουστο του 1940 το επιβατηγό ΕΛΣΗ μαζί με άλλα βρισκόταν στην Τήνο, κοντά στο αγκυροβολημένο πολεμικό ΕΛΛΗ που είχε καταπλεύσει για ν’ αποδώσει τιμές στην εορτή της Μεγαλόχαρης.

 


 

Οι Ιταλοί φασίστες διάλεξαν την ημέρα της μεγάλης γιορτής της Ορθοδοξίας με στόχο εύκολο, τα επιβατηγά πλοία που μετέφεραν προσκυνητές στη χάρη της, τα βάπτισαν οπλιταγωγά κι άρα πλοία εχθρικά και κατευθύνθηκαν εναντίον τους χωρίς να περιμένουν να βρουν την σημαιοστολισμένη ΕΛΛΗ. Εκείνη την ημέρα ο κόσμος πλημμύριζε τον τόπο μέχρι την προκυμαία, για τη γιορτή της Μεγαλόχαρης και ο καπετάν-Γιάννης είχε μαζί του την αγαπημένη του γυναίκα Σοφία Θεοτόκη, πολλοί βρισκόταν ακόμη πάνω στ’ ατμόπλοια όταν… η πρώτη τορπίλη κτύπησε ύπουλα την ΕΛΛΗ στο αγκυροβόλιο της.

Όταν έγινε το κακό είμαστε ακόμη πάνω στο πλοίο, ένας μεγάλος κρότος, φωτιές και καπνοί παντού άνθρωποι που έτρεχαν να σώσουν και να σωθούν, «φευγάτε στο βουνό», αλλά το χειρότερο ήταν οι φωνές, έπρεπε γρήγορα οι επιβάτες να εγκαταλείψουμε το πλοίο. Πήρα το δρόμο με άλλες κυρίες, ανεβήκαμε μέχρι που εξαντλημένες σταματήσαμε στη σκιά ενός δένδρου… κανείς δεν ήξερε τι γίνεται, εναγωνίως περιμέναμε μέχρι που μας είπαν ότι μπορούμε να επιστρέψουμε.  Έκαμε η Παναγιά κι οι άλλες δύο τορπίλες αστόχησαν… κι ας ήταν τα πλοία δεμένα!

Το ΕΛΛΗ βυθίστηκε γρήγορα παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες που έγιναν να σωθεί. Το ΕΛΣΗ έσωσε ο λιμενοβραχίονας, σ’ αυτόν σφηνώθηκε η δεύτερη τορπίλη…. επέστρεψε γεμάτο επιβάτες μεταφέροντας μαζί τα μαύρα σύννεφα του πολέμου. Τον περιμέναμε αλλά πάντα ελπίζεις να αποφύγεις το κακό μέχρι ν’ αρχίσει, ύστερα το αντιμετωπίζεις!

Και η επωδός της όταν μιλούσε γι’ αυτά… «βάζει ο Duce τη στολή του και τη φούντα τη ψηλή του, βρε το φουκαρά…». Ήξερε ν’ αντικαθιστά το φόβο με φως και να εμψυχώνει η νόνα μου. Αγαπούσε πολύ την Ιταλία αλλά γνώριζε την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε κι έτσι με τη διαύγεια του νου που την χαρακτήριζε μέχρι που έφυγε στα 100 της χρόνια, τακτοποίουσε τα συναισθήματα και τις σκέψεις της και μας έμαθε να «βλέπουμε» καθαρά!

 

Το ΕΛΣΗ παρέμεινε πλοίο «εχθρικό», το 1941 το βομβάρδισαν οι Γερμανοί στα Χανιά αλλά δεν βυθίστηκε, το επισκεύασαν και το χρησιμοποίησαν ως μεταγωγικό για να μη διστάσουν να το βυθίσουν, κοντά στη Κεφαλονιά στα τέλη του Απριλίου του 1941 όταν μαζί με το Ardena μετείχε σε νηοπομπή που μετέφερε επαναπατριζόμενους Ιταλούς.

Το ΣΟΦΙΑ κυνηγημένο από γερμανικά αεροπλάνα από τον Ωρωπό βομβαρδίστηκε στη Σαλαμίνα, τους είχαν αφήσει να πιστέψουν ως αντιπερισπασμό ότι μεταφέρει το χρυσό της Ελλάδας.

Ανήσυχο πνεύμα ελεύθερο ο καπετάν-Γιάννης τώρα αγοράζει δύο καΐκια το «Άχτη» χωρίς ποτέ να πει γιατί τ' ονόμασε έτσι και το «Ιόνιο» που κάλυπτε τη γραμμή Ραφήνα-Κάρυστος-Άνδρος μέχρι το 1945… και συνεχίζει ν’ αγωνίζεται για το δίκιο και την ελευθερία, μετέφερε τρόφιμα, φυγαδεύει Έλληνες στη Μέση Ανατολή, τον έπιασαν με δύο Εγγλέζους στο αμπάρι κι όμως… κατάφερε να γλυτώσει.

Εκείνες τις μέρες έμαθα για τους κρεμασμένους στο Σταυρό, έπρεπε να μάθω, πήρα κουράγιο και πήγα να ιδώ αλλά δεν άντεχα να σηκώσω το βλέμμα κι έτσι κοίταζα τα πόδια τους, ο παππούς είχε πλατυποδία, θ’ αναγνώριζα τα πόδια του σε όποια κατάσταση…, ευτυχώς δεν τον βρήκα εκεί!

Η ιστορία του καπετάν-Γιάννη βεβαίως δεν τελειώνει εδώ… και οι διηγήσεις για τα χρόνια της γερμανικής κατοχής και όσα ακολούθησαν ατελείωτες, κάθε φορά διανθισμένες με κάποια λεπτομέρεια που είχε ξεφύγει και φώτιζε πιότερο την εικόνα, στο τέλος κάθε διήγησης πάντα ένα δόξα τον Θεό!

 

Επιστρέφοντας από την Τήνο δεν μου έμεινε καμιά αμφιβολία από αυτές που βασανίζουν το μυαλό, για το πώς να κινηθώ για να στηρίξω το δίκαιο ακολουθώντας την ψυχή μου, η ανάποδη μέτρηση έχει αρχίσει ΠΡΟΣΩ ΟΛΟΤΑΧΩΣ μεσ’ στη φουρτούνα!

 

 

 

 

 

 

 

 
-  ΛΕΥΚΩΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ, 19ος-20ος αιώνας, Γ’ Τόμος, κείμενα Π.Κ. Σπυρόπουλος.
Λίγο πριν έρθει στην Ελλάδα ο Καποδίστριας, η πειρατεία στο Αιγαίο και στα ανατολικά παράλια της Πελοποννήσου ήταν μεγάλη. Η κυβέρνηση προκειμένου ν’ αντιμετωπίσει την ανεργία που μάστιζε τους ναυτικούς από την καταστροφή του εμπορικού στόλου συνέπεια της πολεμικής προσπάθειας του έθνους, παραχώρησε τα καταγωγικά διπλώματα, πράξη που επισημοποιούσε την πειρατεία. Αυτά εξασφάλιζαν σ’ έναν ιδιώτη την άδεια να εξοπλίσει ένα πλοίο και να καταδιώξει εχθρικά σκάφη, να κατάσχει εμπορικά πλοία του αντιπάλου με όλα τα εμπορεύματα και φυσικά να πουλήσει τη λεία και να εισπράξει τα χρήματα από την εκποίηση των εμπορευμάτων. Έτσι με πλάγιο τρόπο η νεοσύστατη Ελληνική πολιτεία νομιμοποιούσε την καταδρομή.
Η πειρατεία δεν απέχει πολύ από την καταδρομή, αλλά η καταδρομή αναγνωριζόταν διεθνώς και αποτελούσε είδος ιδιωτικού πολέμου.
Όταν έφθασε ο Κυβερνήτης υπήρχαν 350 περίπου πλοία, τα 3/5 των οποίων ανήκαν σε Υδραίους. Το 1/6 από αυτά, 60 περίπου, είχαν επίσημα ναυτιλιακά έγγραφα, τα υπόλοιπα ταξίδευαν σαν πειρατικά.
 
- Περιοδικό ΕΦΟΠΛΙΣΤΗΣ, τεύχος 19, Σεπτ. 1994,  «Η θαλασσινή αυτοκρατορία Τόγια».
 

 

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις